- ρήνος
- (Rhein γερμανικά, Rhin γαλλικά, Rijn ολλανδικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που έχει συνολικό μήκος 1326 χλμ. και λεκάνη απορροής 225.000 τ. χλμ.
Ο Ρ. είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ποταμούς της Ευρώπης, φορέας πολιτισμού κατά τις περασμένες ιστορικές εποχές, ιδιαίτερα εξαιτίας της θέσης του στα σύνορα μεταξύ γερμανικού και λατινικού κόσμου και συγκοινωνιακή οδός μεγάλου ενδιαφέροντος μεταξύ των αλπικών κοιλάδων και της Βόρειας θάλασσας, αν ληφθούν υπόψη και οι παραπόταμοί του, μερικοί από τους οποίους είναι πλωτοί, όπως ο Νέκαρ, ο Μάιν, ο Μοζέλας και ο Ρουρ, μεταξύ της ανατολικής Γαλλίας (Αλσατία και Λορένη) και της νοτιοδυτικής και κεντροδυτικής Γερμανίας. Ο Ρ., εξάλλου, συνδέεται μέσω διάφορων πλωτών διωρύγων με τους Ροδανό, Σηκουάνα, Μόσα, Εμς, Βέζερ, ’Ελβα, ’Οντερ, Βιστούλα και Δούναβη.
Ο Ρ. σχηματίζεται στο καντόνι Γκράουμπιντεν της νοτιοανατολικής Ελβετίας, από τη συμβολή δύο κλάδων: του Εμπρόσθιου Ρ. (Vorderrhein) και του Οπισθίου Ρ. (Hinterrhein) και κατέρχεται προς ΒΑ, σχηματίζοντας μεγάλο μέρος της μεθορίου μεταξύ Ελβετίας και Λιχτενστάιν πρώτα, και μεταξύ Ελβετίας και Αυστρίας κατόπιν, έως ότου χυθεί στο ανατολικό τμήμα της λίμνης Κωνσταντίας.
Από εκεί εξέρχεται από Δ και διευθύνεται προς τα Δ μέχρι τη Βασιλεία, περνώντας από τη Σαφχάουζεν, πιο κάτω από την οποία σχηματίζει τους περίφημους καταρράκτες, που είναι από τους πιο επιβλητικούς και θεαματικούς της Ευρώπης, και αποτελώντας μεγάλο τμήμα της πολιτικής μεθορίου μεταξύ της βόρειας Ελβετίας και της νοτιοδυτικής Γερμανίας.
Στη Βασιλεία στρέφεται απότομα στα Β, κάνοντας τον γύρο των νότιων παραφυάδων του Μέλανα Δρυμού, και εισδύει στη μακριά και επίπεδη τεκτονική τάφρο, που παίρνει το όνομά της από τον ποταμό που εκτείνεται σε νότια διεύθυνση επί 280 χλμ. από τη Βασιλεία έως το Μάιντς, στενεύει στα πλευρά των Βοσγίων (Γαλλία) και ύστερα, ανάμεσα στα ανάγλυφα Χαρτ (Γερμανία) στα Δ στον Μέλανα Δρυμό και στο Όντενβαλντ (και τα δύο στη Γερμανία) προς Α· στην εκτεταμένη, εύφορη και πυκνοκατοικημένη αυτή εσωτερική πεδιάδα, ο Ρ. σχηματίζει από τη Βασιλεία έως την Καρλσρούη σχεδόν την πολιτική μεθόριο μεταξύ Γαλλίας και Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και διαρρέει το Στρασβούργο στη Γαλλία, τη Σπάγερ, το Λουντβιχσχάφεν, το Μανχάιμ, τη Βορμς, το Μάιντς και το Βισμπάντεν στη Γερμανία, δεχόμενος από τα δεξιά τα νερά του Νέκαρ, στο Μανχάιμ, και του Μάιν, στο Μάιντς.
Μετά τη συμβολή του με τον Μάιν, στρέφεται απότομα προς ΝΔ, εξαιτίας του εμποδίου που παρεμβάλλεται στον ρου του από τα αντερείσματα των αναγλύφων του Τάουνους, τα οποία ο ποταμός προσπαθεί να παρακάμψει. Αφού δεχτεί από αριστερά τον Νάε στο Μπίνγκεν, ο Ρ. εισέρχεται τολμηρά μέσα από τη λεγόμενη Μπίνγκερ Λοχ, στην καρδιά του Ρηνανικού Σχιστολιθικού Ορεινού Όγκου, τον οποίο διασχίζει μέσα από βαθιές χαράδρες, ρέοντας από ΝΑ προς ΒΔ και διαμελίζοντας τα αρχαία αυτά ερκύνια ανάγλυφα, που είχαν από πολύ καιρό μισοϊσοπεδωθεί από τη διάβρωση και ύστερα ανυψωθεί κατά μερικές δεκάδες μέτρων, και χωρίζοντας μερικές ορεογραφικές μονάδες, όπως του Χούνσρικ και του Άιφελ προς ΝΔ –που χωρίζονται από τον ρου του Μοζέλα, ο οποίος συμβάλλει από αριστερά στο Ρ. στο Κόμπλεντς– του Τάουνους, του Βέστερβαλντ και των αναγλύφων της Σάουερλαντ προς ΒΑ, τα οποία χωρίζονται αντίστοιχα από τον ρου του Λαν και του Σιγκ, που χύνονται στον Ρ. από τα δεξιά.
Αφού περάσει, στο «ηρωικό» αυτό τμήμα του ρου του, τις αρχαίες πόλεις Μπίνγκεν, Μπάχαραχ, Ομπερβέζελ, Σανκτ Γκόαρ, Μπόπαρντ, Κόμπλεντς, Νόιβιντ, Άντερναχ, Ρέμαγκεν, Μπαντ Γκόντεσμπεργκ και Βόνη, εισδύει, διατηρώντας την ίδια κατεύθυνση από ΝΑ προς ΒΔ, στον «κόλπο της πεδιάδας», διαρρέοντας την Κολονία, την αρχαιότατη αυτή ρηνανική πόλη, το Λεβερκούζεν και το Ντίσελντορφ, αφού δεχτεί από αριστερά τον Ερφτ και από δεξιά τον Βούπερ.
Λίγο χαμηλότερα πλησιάζει τη δυτική πλευρά της Βεστφαλίας, από όπου δέχεται (από δεξιά) τον Ρουρ στο Ντούισμπουργκ και τον Λίπε στο Βέζελ, ποταμούς σημαντικότατους από οικονομική άποψη, όχι τόσο για το μήκος τους ή την ποσότητα των υδάτων τους, όσο γιατί χρησιμεύουν ως συγκοινωνιακές αρτηρίες της ανθρακοσιδηροφόρας ρηνανοβεστφαλικής λεκάνης που λέγεται «του Ρουρ». Πιο κάτω από την Έμμεριχ εισέρχεται σε ολλανδικό έδαφος. Εδώ αρχίζει το πολύ εκτεταμένο δέλτα του, που γίνεται ανώμαλο από την παρουσία και την αντίστροφη εναπόθεση ιζημάτων άλλων ποταμών, και κυρίως του Μόσα. Ο Ρ., λίγο μετά τα γερμανικά σύνορα, διαιρείται σε δύο βραχίονες: το Νέντερ Ρέιν (Κάτω Ρήνο) και τον Βάαλ, που συνεχίζουν τον ρου τους προς τα δυτικά.
Από τον πρώτο, λίγο πιο πάνω από την Άρνχεμ, αποσπάται προς τα δεξιά ένας μικρότερος βραχίονας, ο Έισσελ, που διευθύνεται στα Β, εκβάλλοντας στην ανατολική ακτή της Έισελ Μέερ και στη Βέικ - μπει - Ντυρστέντε αποσπάται ένας άλλος βραχίονας, ο Κρόμε Ρέιν, που στην Ουτρέχτη διαιρείται σε δύο βραχίονες, τον Βεχτ, που διευθύνεται στα Β και εκβάλλει στην Έισελ Μέερ και τον Όουντε Ρέιν (Παλαιό Ρήνο), τον μοναδικό που διατηρεί το όνομα του μεγάλου ποταμού και ο οποίος διευθύνεται προς τα Δ, εκβάλλοντας στη θάλασσα, στην Κάτβεϊκ - άαν - Ζέε. Αντίθετα με τον Όουντε Ρέιν, ο Νέντερ Ρέιν, αλλάζει το όνομά του σε Λεκ και συνεχίζει τον ρου του προς τα Δ, έως την Κρίμ-πεν - άαν - ντεν - Λεκ· εκεί, αφού έχει δεχτεί από αριστερά το Νόορντ Ριφήρ, έναν αποκλίνοντα κλάδο του Βάαλ ενωμένο με το Μάας παίρνει το όνομα Νήβε Μάας (Νέος Μάας), περνά από το Ρότερνταμ και εκβάλλει στη θάλασσα, στη Χουκ φαν Χόλαντ, αφού δεχτεί από αριστερά τον Όουντε Μάας (Παλαιό Μάας), έναν άλλο αποκλίνοντα κλάδο του Μάας και του Βάαλ, παίρνοντας το όνομα Νήβε Βάτερ-βεζ.
Εξίσου πολύπλοκος είναι και ο ρους ο οποίος συνεχίζει προς τα Δ, περνώντας από το Ναϊμέχεν και το Τιλ μέχρι το Βόουντριχεμ. Εκεί δέχεται από αριστερά ένα κλάδο του Μάας, τον Άφγκενταμτε Μάας και παίρνει το όνομα Μπόβεν Μέρβεντε, έως το Βέρκενταμ, όπου διακλαδίζεται δίνοντας αρχή σε δύο βραχίονες, τον Μπένεντεν Μέρβεντε και το Νίβε Μέρβεντε: από αυτούς, ο πρώτος προχωρεί προς τα Δ και διακλαδίζεται στο Νόορντ Ριφίρ και στον Όουντε Μάας, που τελικά συμβάλλουν στον βορειότερο κλάδο του Ρ. (δηλαδή στο Λεκ και στα παρακλάδια του), καθώς και στον Ντόρντσε Κιλ, που συμβάλλει με το Νίβε Μέρβεντε και με τον Μπέργκσε Μάας, έναν άλλο βραχίονα του Μάας στη Χόλαντς Ντηπ, ανοιχτό στα Δ στους βραχίονες της θάλασσας, οι οποίοι χωρίζουν τα βορειότερα νησιά της Ζέελαντ.
Ο Ρ., όπως αναφέραμε, έχει μέγιστη σπουδαιότητα ως εσωτερική συγκοινωνιακή αρτηρία, επειδή μπορούν να ανέλθουν μέσω των διάφορων βραχιόνων του πολύπλοκου δέλτα του και κατά μήκος του κάτω ρου του, έως την Κολονία, πλοία χωρητικότητας μέχρι 4.000 τ. και κατά μήκος του μέσου ρου του, έως τη Βασιλεία, σκάφη που δεν ξεπερνούν τη χωρητικότητα των 1.200 τ. Η ναυσιπλοΐα στον ποταμό και στους παραποτάμους του ρυθμίζεται από διεθνή επιτροπή που συγκροτήθηκε με τη Συνθήκη των Βερσαλλών, το 1919. Οι διακινήσεις αφορούν κυρίως εμπορεύματα και προπάντων γαιάνθρακες προς τα πάνω και προς τα κάτω από το σημείο της συμβολής με τον Ρουρ· σίδερο από τα ορυχεία της Λορένης, κατά μήκος του Μοζέλα, με διώρυγες μήκους 270 χλμ. μεταξύ Τιονβίλ και Κόμπλεντς και από τη Βόρεια θάλασσα έως την ανθρακοσιδηροφόρα λεκάνη του Ρουρ· δημητριακά, άλευρα και άλλα είδη διατροφής από τις εκβολές μέσω των διάφορων βραχιόνων του, έως τη Βασιλεία, το μεγαλύτερο ελβετικό ποτάμιο λιμάνι.
Οι μεγαλύτεροι παραπόταμοι του Ρήνου είναι ο Άαρ*, σε ελβετικό έδαφος, του οποίου διαρρέει ολόκληρο το βορειοκεντρικό τμήμα στο ελβετικό υψίπεδο· ο Νέκαρ (371 χλμ. και λεκάνη απορροής 13.958 τ. χλμ.), που πηγάζει από τον Σουηβικό Ιούρα και κατέρχεται με ρου προσανατολισμένο κυρίως στα Β, μεταξύ του Μέλανος Δρομού στα Δ και του Σουηβικού Ιούρα στα Α και στρέφεται απότομα στα Δ, στα νότια του Όντενβαλντ για να χυθεί, τέλος, στο Ρ. αφού περάσει από τις πόλεις Τίπιγκεν, Στουτγάρδη, Χάιλμπρον και Χαϊδελβέργη· ο Μάιν (524 χλμ., 396 από τα οποία είναι πλωτά, και λεκάνη απορροής 27.225 τ. χλμ.), που πηγάζει με δύο βραχίονες από τα όρη Φίχτελγκεμπίργκε και από τη φραγκονική Ελβετία και κατέρχεται στα Δ με διακοπτόμενο ρου, περνώντας από τις πόλεις Σβάινφουρτ, Βίρτσμπουργκ, Ασάφενμπουργκ, Χάναου, Όφενμπαχ, Φρανκφούρτη επί του Μάιν και Ρισελσχάιμ και, ρέοντας στο κάτω τμήμα του μεταξύ των αναγλύφων Σπέσαρτ και Τάουνους στα Β και των αναγλύφων του Όντενβαλντ στα Ν· ο Νάε (116 χλμ.) που κατέρχεται στα ΒΑ από την περιοχή του Σάαρ, χωρίζει το Χούνσρικ από το Πφάιλτσερ Βαλντ περνώντας από την Μπαντ Κρόιτναχ· ο Λαν (245 χλμ.), που πηγάζει από τη Ρότχααρ και κατέρχεται προς ΝΔ, περνώντας από τις πόλεις Μάρμπουργκ, Γκίσεν Βέτσλαρ, Λίμπουργκ και Μπαντ Εμς και χωρίζει το Βέστερβαλντ από τον Τάουνους· ο Μοζέλας (Mosel γερμανικά Moselle γαλλικά, 545 χλμ. και λεκάνη απορροής 28.230 τ. χλμ.), που πηγάζει από τη δυτική πλευρά των Βοσγίων στη Γαλλία και κατέρχεται αρχικά προς τα Β σε γαλλικό έδαφος, περνώντας από τις πόλεις Επινάλ, Τουλ, Μετς, Τιονβίλ, στρέφεται ύστερα προς ΒΑ αποτελώντας τη μεθόριο μεταξύ Λουξεμβούργου και Δυτικής Γερμανίας και εισδύει στη Γερμανία περνώντας, αφού δεχτεί από δεξιά τον Σάαρ, από τις πόλεις Τριρ, Μπερνκάστελ-Κούες, Τράμπεν-Τράρμπαχ και Κόχεμ και ρέοντας σε μια ελικοειδή κοιλάδα, πλούσια σε αμπελώνες· ο Σιγκ (130 χμ.), που κατέρχεται από τη Ρότχααρ στα Δ και περνά από τις πόλεις Σήγκεν, Μπέτσντορφ και Σίγκμπουργκ· ο Βούπερ (105 χλμ.), που περνά από τις πόλεις Βούπερταλ, Σόλινγκεν και κατέρχεται στο Ρ. στο Λεβερκούζεν· ο Ερφτ (110 χλμ.), που πηγάζει από τα όρη Aρ και φτάνει στο Ρ. κοντά στην πόλη Ντίσελντορφ, αφού διασχίσει μια πεδιάδα παράλληλη (προς ΒΔ) προς την κοιλάδα του μεγάλου ποταμού, από την οποία χωρίζεται από τους λόφους της Βίλε· ο Ρουρ (235 χλμ.) και ο Λίπε (255 χλμ.) που κατέρχονται από Α προς Δ, διαρρέοντας τη νότια Βεστφαλία και διασχίζοντας μια από τις περιοχές που έχουν τη μεγαλύτερη πυκνότητα πληθυσμού στον κόσμο, οφειλόμενη είτε στον μεγάλο πλούτο των ανθρακοφόρων κοιτασμάτων είτε στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας.
Ο Ρ. παρουσιάζει αξιοσημείωτες φυσικές καλλονές κατά μήκος διάφορων τμημάτων του ρου του, ιδιαίτερα στο ελβετικό έδαφος, στα σύνορα μεταξύ Ελβετίας και Γερμανίας (καταρράκτες του Ρ. στο Νοϊχάουζεν, κοντά στο Σαφχάουζεν) και προπάντων μεταξύ Μπίνγκεν και Κόμπλεντς, όπου ο ποταμός ρέει μέσα από μια στενή και ελικοειδή χαράδρα με απότομες πλαγιές, γεμάτες δάση και αμπελώνες, στην κορυφή των οποίων υπάρχουν παλιοί πύργοι: η ζώνη αυτή είναι μια από τις πιο πολυσύχναστες διεθνείς τουριστικές περιοχές της Ευρώπης, εξαιτίας της γραφικότητάς της και του πλούτου καλλιτεχνικών και ιστορικών μνημείων.
Άποψη του Κάτω Ρήνου.
Η μεσαιωνική πύλη στη γέφυρα του Ρήνου, στο Βορμς, που υπήρξε έδρα του Καρλομάγνου.
Οι αρχές των καταρακτών στο Ράινφελντεν (γερμανοελβετικά σύνορα) στο ορεινό τμήμα του Ρήνου.
* * *ῥήνεος, τὸ, Αῥήν*.[ΕΤΥΜΟΛ. βλ. λ. ῥήν].
Dictionary of Greek. 2013.